Αγαπητές και αγαπητοί συνάδελφοι, το κομβικό σημείο στο οποίο βρίσκεται η ελληνική οικονομία, απ ό,τι φαίνεται, επιδέχεται διαφορετικών αναγνώσεων, αν κρίνουμε τουλάχιστον απΆ τις τοποθετήσεις της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, οι οποίες όμως δεν εδράζονται σε μια διαφορετική ανάλυση κάποιων δεδομένων, αλλά στα ίδια τα δεδομένα, στην παραποίηση των ίδιων των δεδομένων. Και αναφέρομαι στο πιο επίμαχο θέμα, το οποίο είναι το θέμα του χρέους. Αυξήθηκε το χρέος εξαιτίας της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ και της νέας συμφωνίας; Γνωρίζαμε ότι το χρέος είχε αυξηθεί, όταν κυβέρνησε η Νέα Δημοκρατία, με 100 δισεκατομμύρια, ρεκόρ μοναδικό και φανταστικό για την εποχή, την τετραετία της Νέας Δημοκρατίας. Γνωρίζουμε ότι με το PSI διεγράφησαν 100 δισεκατομμύρια και προστέθηκαν ακριβώς 100 δισεκατομμύρια. Aρα, το συνολικό χρέος έμεινε ακριβώς στα 416 δισεκατομμύρια.
Προσέθεσε δημόσιο χρέος το 2015 ο ΣΥΡΙΖΑ; Η απάντηση είναι αρνητική. Κι ένα από τα θετικά της συμφωνίας –μπορεί να γίνει κριτική σε πολλά σημεία της συμφωνίας- είναι ότι τα 50 δισεκατομμύρια που καλείτο η χώρα να ξεπληρώσει ως βραχυχρόνιο δανεισμό τα επόμενα τρία με τέσσερα χρόνια προς το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα -48 δισεκατομμύρια και 2 δισεκατομμύρια σε κάποια υπόλοιπα δάνεια- αυτά τα 50 δισεκατομμύρια από βραχυχρόνιος δανεισμός μετατράπηκαν σε μακροχρόνιο, τριακονταετίας, με χαμηλότερα επιτόκια και με πολύ καλύτερους όρους αποπληρωμής. Aρα, η προσπάθεια που γίνεται αυτά τα 50 δισεκατομμύρια να προστεθούν, να εμφανιστούν ως νέο χρέος είναι πρωτόγνωρη, αν όχι παραπλανητική.
Θα μπορούσα να σταθώ επί μακρόν και στα υπόλοιπα 33 δισεκατομμύρια μέχρι τα 83 δισεκατομμύρια, μιας και τα 25 δισεκατομμύρια, όπως ξέρετε, είναι η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών που περιλαμβάνει και τα 10 δισεκατομμύρια που προϋπήρχαν και τα περίφημα 7 δισεκατομμύρια, που θα μπορούσαν να θεωρηθούν νέο χρέος, είναι αυτά τα χρήματα που θα δοθούν στην πραγματική οικονομία.
Το ένα, λοιπόν, επιχείρημα είναι σχήμα οξύμωρο και υποκρύπτει ένα δεύτερο, επίσης, πολύ σημαντικό δεδομένο, αδιαπραγμάτευτα θετικό αυτής της συμφωνίας το οποίο είναι η δημοσιονομική προσαρμογή, επειδή έγινε αυτό ακριβώς που μόλις σας είπα για το χρέος. Δεν θίγω το θέμα της διαπραγμάτευσης που θα επακολουθήσει για το μακροχρόνιο χρέος, για το μετά το '22.
Η δεύτερη θετική διάσταση της κρίσης είναι το γεγονός ότι αντί τα επόμενα χρόνια να παράγουμε πλεονάσματα 4,5%, αρχής γενομένης από φέτος, κάναμε μια συμφωνία, αφού έγινε αυτή η αναδιάρθρωση, να παράγουμε μηδέν, ένα, κ.ο.κ. και να κάνουμε μια ήπια δημοσιονομική προσαρμογή. Αυτό ακριβώς εμφανίζεται ξανά ως προϊόν μιας ύφεσης, η οποία προκλήθηκε υπό τις σημερινές δεδομένες συνθήκες. Aρα, και η δεύτερη διατύπωση είναι βαθιά παραπλανητική.
Και το λέω αυτό, διότι υπάρχει και ένα τρίτο στοιχείο, το οποίο έγινε με παραπλανητικό τρόπο σήμερα. Πότε θα επιστρέψει η οικονομία σε θετικό πρόσημο; Ο κ. Μεϊμαράκης μας είπε ότι και το 2016 προβλέπεται ύφεση στη συμφωνία. Αληθές. Αλλά, αν διαβάσετε τη συμφωνία πλήρως -και τα στοιχεία είναι σαφή- προβλέπεται 2,5% ύφεση φέτος, 1% του χρόνου -το οποίο σημαίνει ότι η οικονομία γυρίζει σε ανάπτυξη κάποια στιγμή το 2016, αφού μειώνεται η ύφεση, απλά μαθηματικά είναι- και προβλέπει το θετικό πρόσημο στο δεύτερο τρίμηνο του 2016.
Θα ήταν έτσι τα πράγματα, αν δεν είχαμε πολλές θετικότερες εξελίξεις στο ενδιάμεσο. Δεν θα είναι 2,5% η ύφεση το 2015, απΆ ό,τι φαίνεται. Θα είναι πολύ μικρότερη. Θα είναι πολύ κάτω από το 2%. Μπορεί να είναι και στο 1,5% για δύο βασικούς λόγους:
Πρώτον, από τις επιδόσεις της οικονομίας στον τουρισμό και σε πολλούς άλλους τομείς στη διάρκεια του έτους. Δεύτερον, από τον ηπιότερο αντίκτυπο από αυτόν που είχε υπολογιστεί, από τα capital controls, το οποίο εκ των δεδομένων αυτών η προβολή λέει ότι, πρώτον, η στροφή σε θετικό πρόσημο μπορεί να γίνει νωρίτερα από το 2016 και, δεύτερον, το αποτέλεσμα του 2016 μπορεί να είναι πολύ θετικότερο από αυτό το οποίο προέβλεπε η συμφωνία, την οποία είχαμε διαπραγματευτεί πριν από λίγο καιρό.
Αυτό για να αποκατασταθούν κάποια δεδομένα και να θέσω το τρίτο και βασικότερο θέμα, το οποίο είναι το απόλυτα σημαντικό κριτήριο: η βιωσιμότητα της συμφωνίας αυτής καθεαυτής.
Όλοι θα συμφωνήσουμε σε αυτήν την Αίθουσα ότι η βιωσιμότητά της εξαρτάται από την επιστροφή της οικονομίας σε ένα θετικό πρόσημο, επιστροφή στην ανάπτυξη, από τη σταθερότητα που θα επιδείξει η επιστροφή αυτή στην ανάπτυξη και από τη δυνατότητα να παράγει τα αποτελέσματα που εμείς θέλουμε, που είναι μια ισχυρή επιστροφή σε οικονομική ανάπτυξη, αλλά με ισχυρή δόση κοινωνικής δικαιοσύνης. Και αυτό αποτελεί εν πολλοίς και την αναπτυξιακή στρατηγική της παρούσας Κυβέρνησης.
Η επιστροφή με ένα συντεταγμένο τρόπο με τη λήψη όλων των απαραίτητων μέτρων σε μια θετική διαδικασία για την οικονομία, με ισχυρά πρόσημα κοινωνικής δικαιοσύνης.
Επιτρέψτε μου να σταθώ σε πέντε-έξι κομβικά σημεία αυτής της μεταστροφής της οικονομίας, που να δικαιολογούν το ότι αυτή η στρατηγική και υπάρχει και έχει ισχυρές πιθανότητες επιτυχίας.
Πρώτο θέμα -κομβικό σημείο- είναι η σταθεροποίηση του τραπεζικού συστήματος και η διαχείριση των «κόκκινων» δανείων. Έχει λάθος η Αντιπολίτευση να αποσυνδέει αυτά τα δύο. Ήταν αποτυχημένες οι ανακεφαλαιοποιήσεις, ακριβώς επειδή δεν διαχειρίστηκαν το πρόβλημα αυτό. ΓιΆ αυτό μεταφέρθηκε το πρόβλημα, ανεξαρτήτως ποιος ήταν Κυβέρνηση ή δεν ήταν ή τι έκανε, και σήμερα καλείται η παρούσα Κυβέρνηση να λύσει αυτό το πρόβλημα οριστικά και αμετάκλητα σε ένα ασφυκτικό χρονικό ορίζοντα μέχρι τα Χριστούγεννα.
Η ένταξη των τραπεζών από 1 Ιανουαρίου στο ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα θα είναι βασικό κομβικό σημείο για τη σταθερότητα του συστήματος και την επαναχρηματοδότηση της οικονομίας.
Δεύτερο κομβικό σημείο: Η διατήρηση και ο προσανατολισμός ή μάλλον η κινητοποίηση όλων των διαθέσιμων χρηματοδοτικών πόρων, προκειμένου να υπάρξει επάρκεια χρηματοδοτικών πόρων και εργαλείων για την οικονομία.
Επιτρέψτε μου να ανακεφαλαιώσω τι έχουμε κάνει. Πρώτον, η κριτική στα ΕΣΠΑ που έχει γίνει, απέτυχε παταγωδώς. Οι συμφωνίες που έχουμε για την ολοκλήρωση του παλιού ΕΣΠΑ και για την έναρξη του καινούργιου, μαζί με τις δύο θετικές διευκολύνσεις που έγιναν ειδικά για την Ελλάδα, που είναι η υποκατάσταση του 5% της εθνικής συμμετοχής με ευρωπαϊκούς πόρους και η αύξηση της προκαταβολής για το επόμενο ΕΣΠΑ από 7% σε 14%, διασφαλίζουν -και με δεδομένη την απορρόφησή τους- 4,5 δισεκατομμύρια για τους επόμενους τρεις μήνες για την ελληνική οικονομία. Αυτή η επενδυτική πίεση, η χρηματοδοτική πίεση την οποίαν όλοι επιζητούμε, είναι ένα δεδομένο.
Το δεύτερο στοιχείο αφορά την διπλωματία την οποία αναπτύξαμε και τις συμβάσεις που υπογράψαμε με την EBRD και με άλλους διεθνείς οργανισμούς για χρηματοδότηση της ελληνικής οικονομίας.
Το τρίτο κομμάτι αφορά την ενεργοποίηση νέων εργαλείων με τα οποία θα μπορέσει να υπάρξει επάρκεια χρηματοδότησης, τύπου «αναπτυξιακός νόμος». Ο παλιός αναπτυξιακός νόμος μάς άφησε τεράστια προβλήματα και γίνεται μια προσπάθεια να κλείσει. Τελείωσε η διαβούλευση για τον νέο αναπτυξιακό νόμο ο οποίος θα ψηφιστεί τον επόμενο μήνα.
Τέταρτο μέτρο: Ίδρυση αναπτυξιακής τράπεζας. Την είχαμε υποσχεθεί από την πρώτη περίοδο. Τώρα είμαστε πολύ κοντά στο να κάνουμε το απότομο αυτό βήμα, το οποίο είναι απαραίτητο για έναν και βασικό λόγο: Η αναπτυξιακή τράπεζα θα αποτελέσει το βασικό ενδιάμεσο χρηματοδοτικό εργαλείο ανάμεσα στην κινητοποίηση χρημάτων από τον Γιουνκέρ για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Πέμπτο μέτρο: Η ολοκλήρωση της διαδικασίας των δημόσιων συμβάσεων. Η ενοποίηση όλου του συστήματος των δημόσιων συμβάσεων αποτελεί δέσμευση της χώρας μας μέχρι τα Χριστούγεννα. Αυτό προχωράει και θα αποτελέσει ένα βασικότατο εργαλείο για την εξυγίανση του συστήματος των δημοσίων προμηθειών.
Έκτο σημείο: Η ίδρυση αναπτυξιακού συμβουλίου, η οποία θα γίνει άμεσα στο Υπουργείο, προκειμένου να υπάρχει ένα συμβουλευτικό όργανο το οποίο θα μπορεί να κάνει παρεμβάσεις σε θέματα, είτε αφορούν αναπτυξιακούς σχεδιασμούς είτε αφορούν επιμέρους δραστηριότητες.
Θα κλείσω σε λιγότερο από ένα λεπτό με το επίμαχο θέμα του βασικού στόχου της πολιτικής μας σε σχέση με το μοντέλο οικονομικής ανάπτυξης. Δεν θα σταθώ στα πολλά που έχουμε επαναλάβει κατά καιρούς. Θα σταθώ στο ένα και μοναδικό: Η ελληνική οικονομία πιστεύαμε και πιστεύουμε ότι πρέπει να στραφεί, με επίκεντρο το υψηλού επιπέδου ανθρώπινο δυναμικό της, αποκλειστικά σε δραστηριότητες υψηλής προστιθέμενης αξίας. Αυτό αφορά το σύνολο της οικονομίας. Δεν αφορά μόνο κομμάτια της οικονομίας, υπηρεσίες, βιομηχανία, κατασκευές. Αφορά τον αγροτικό τομέα, το σύνολο της οικονομίας.
Αυτός ο προσανατολισμός πρέπει να έχει ισχυρό βαθμό εξωστρέφειας, πρέπει να προσανατολίζεται στη διεθνή αγορά. Αυτό είναι το μεγάλο μας στοίχημα. Η δική μας πολιτική είναι ακριβώς η συμπλήρωση της επενδυτικής δραστηριότητας, που έτσι κι αλλιώς γίνεται από ιδιωτικό ή δημόσιο τομέα ή και από προσέλκυση ξένων επενδύσεων, να έχει στο επίκεντρό της όμως σε τελευταία ανάλυση αυτήν την ισχυρή ποιοτική αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας. Αυτό είναι το μοντέλο και γι' αυτό θα δουλέψουμε.
Σας ευχαριστώ.
|
infoepan@mou.gr
801 11 36300